Άρωμα σχίσματος στην Πανορθόδοξο της Κρήτης
Απειλείται με σχίσμα η Ορθόδοξη εκκλησία, τη στιγμή που από τη μια, οι σλαβόφωνες εκκλησίες έλαβαν απόσταση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και από την άλλη το Πατριαρχείο Μόσχας συνεδριάζει για το αν ο Ρώσος Πατριάρχης θα πάρει μέρος στην Αγία και μεγάλη Σύνοδο ή αν θα στείλει απλά μια αντιπροσωπεία στην Κρήτη.
Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος να μην γίνει αιτία διαίρεσης των Εκκλησιών, αλλά ούτε να οδηγήσει σε διάσπαση τον Ορθόδοξο κόσμο: αυτή η θέση επικοινωνιακά είναι η «επιθυμία» και η ευχή όλων των εκκλησιών, με πρώτη και καλύτερη την πλευρά της Ρωσίας να υπεραμύνεται της άποψης αυτής, δια στόματος Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ. Ως υπεύθυνος του τμήματος εξωτερικών υποθέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, λειτουργεί ως προπομπός των ρωσικών αποφάσεων, αλλά και παίζει και όλα τα παιχνίδια με φόντο πάντα την δική του προβολή.
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι το Πατριαρχείο της Μόσχας δεν επιθυμούσε καθόλου να γίνει αυτή η σύνοδος, η οποία θα ανέβαζε επικοινωνιακά τον Οικουμενικό Πατριάρχη αφού υποχρεωτικά θα τον αποδεχόταν ως τον εμπνευστή της πραγματοποίησης αυτής, αλλά κυρίως γιατί διαφωνεί με τα κείμενα τα οποία θεωρεί ότι κρύβουν παγίδες για την Ορθοδοξία και για την πνευματική της φύση.
Βέβαια η αναβολή της Συνόδου σίγουρα θα έδινε την ευκαιρία να συζητηθούν τα κείμενα αυτά, δεν θα άλλαζε όμως την τακτική της, η οποία θα ήταν και πάλι υπό την σκέπη του Οικουμενικού Πατριαρχείου το οποίο πρωτοστατεί και έχει και την στήριξη των Αμερικανών, την οικονομική και αυτήν της ασφάλειας.
Η συνάντηση των στελεχών της Ρωσίας θα λάβει μια πολύ σημαντική απόφαση, από την οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και η τύχη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, για το αν δηλαδή θα ζουν με ειρήνη και ομόνοια όλες οι τοπικές εκκλησίες ή με διαφωνίες, συγκρούσεις και καυγάδες. Αυτό ακριβώς θα αποφασίσουν στην σημερινή σύσκεψη τα μέλη της Ρωσικής εκκλησίας που συνέρχεται στην Μόσχα.
Δεν ήταν μάλιστα τυχαίο το γεγονός ότι ο Πρόεδρος της Συνοδικής Επιτροπής για τις σχέσεις με την Κοινωνία και τον Τύπο κ. Βλαντιμίρ Λεγκόιντα τόνισε από την πλευρά του, ότι «χωρίς την πλήρη συμμετοχή των τοπικών ορθοδόξων Εκκλησιών η Πανορθόδοξη Σύνοδος χάνει την σημασία της». Αυτό ήταν ένα ξεκάθαρο μήνυμα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει αν δεν υπάρξει καθολική συμμετοχή στη Σύνοδο και όλα αυτά συμβαίνουν λίγα μόλις 24ωρα πριν την έναρξη της Συνόδου.
Η ρήξη στις σχέσεις Οικουμενικού Πατριαρχείου και Πατριαρχείου Μόσχας φαίνεται να είναι ορατή πιο πολύ από ποτέ αφού η Σύνοδος θα ξεκαθαρίσει το τοπίο.
Σίγουρα το Ρωσικό Πατριαρχείο δεν το συμφέρει για λόγους στρατηγικής, να φανεί ότι επιθυμεί να διαλυθεί η σύνοδος, αλλά δεν επιθυμεί να βάλει και την υπογραφή του σε μια Σύνοδο για την οποία διαφωνεί, ως προς το περιεχόμενο και το σκοπό της.
Οι σλαβόφωνες χώρες οι οποίες αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σαφώς κι επηρεάζονται από την Ρωσία στις αποφάσεις τους, αλλά σε αυτή την φάση λειτουργούν και λίγο αυτόνομα από την στιγμή που δεν πήραν τις απαντήσεις που περίμεναν για το περιεχόμενο των κειμένων που θα υπογραφούν. Το Πατριαρχείο της Αντιόχειας για τους δικούς του λόγους που έχουν να κάνουν με διαφωνίες και βεντέτες με το Ιεροσολύμων, από την αρχή ήταν ξεκάθαρο ότι δεν θα κάνει εκπτώσεις και δεν θα πάρει μέρος αλλά αυτό φαίνεται να μην πτοεί το Οικουμενικό, το οποίο από την αρχή δήλωσε ότι η Σύνοδος θα γίνει.
Είναι φανερό ότι έχουν θέματα άλυτα μεταξύ τους και οι πιο δυνατοί δεν φαίνεται να κάνουν πίσω, ενώ στο χορό των διαπραγματεύσεων έχουν μπει όλοι οι ενδιαφερόμενοι, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.
Η μη συμμετοχή της Ρωσίας στην Πανορθόδοξο εγκυμονεί κινδύνους για το Πατριαρχείο της και αυτός είναι ο λόγος που δε μπορούν ξεκάθαρα και τόσο απλά να αποχωρήσουν από αυτήν.
Αν ο Πατριάρχης Ρωσίας δεν στηρίξει την απόφαση του Οικουμενικού γι’ αυτήν την Σύνοδο τότε κανείς δε μπορεί να είναι σίγουρος ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν θα υποκύψει στις πιέσεις να αναγνωρίσει ως αυτοκέφαλη την Ουκρανική εκκλησία που είναι και το μεγάλο αγκάθι στην εκκλησιαστική πολιτική της Ρωσίας. Το Ρωσικό μοναστήρι στο Άγιο Όρος, το οποίο πρόσφατα επισκέφθηκε ο Βλαντιμίρ Πούτιν με τον Ρώσο Πατριάρχη, είναι ένα ευαίσθητο σημείο και δείγμα αυτής της πίεσης αφού εκεί υπάρχουν περισσότεροι Ουκρανοί μοναχοί και λιγότερο Ρώσοι και αν το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγνωρίσει την Ουκρανική εκκλησία ως αυτοκέφαλη τότε και το Ρωσικό μοναστήρι θα αντιμετωπίσει προβλήματα την στιγμή που ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει επενδύσει εκεί.