Ο βρώμικος ρόλος της Δύσης στην καταστροφή του Μεσαιωνικού ελληνισμού. Mέρος 2ο.
Η ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΠΑΠΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΓΓΟΛΩΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ήδη σχεδόν από τα μέσα του δέκατου τρίτου αιώνα γινόταν προσπάθεια για σύναψη συμμαχίας μεταξύ των Παπικών και των Μογγόλων. Φυσικά αυτό αποτελεί ένα θέμα το οποίο επιλεκτικά δεν θυμάται η νεότερη Ευρώπη. Το γεγονός αυτό δεν είναι και πολύ γνωστό και πολλοί ιστορικοί ερίζουν για το αν μια τέτοια συμμαχία μπορούσε να αλλάξει ουσιαστικά τους συσχετισμούς δυνάμεων στην περιοχή. Και ακόμη, αν θα ήταν σωστή από την πλευρά της Καθολικής Δύσης.
Αποτελεί γεγονός ότι η ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατέρρευσε μετά από τα συντονισμένα χτυπήματα Τούρκων και Σταυροφόρων, ενώ την ίδια σχεδόν περίοδο όλες οι ορθόδοξες χώρες δέχθηκαν ακριβώς την ίδια διμέτωπη επίθεση. Οι Ρώσοι ασφυκτιούσαν κάτω από το βάρος της ταυτόχρονης σχεδόν διπλής εισβολής των Σταυροφόρων και των Μογγόλων της Χρυσής Ορδής . Οι Δυτικοί ιστορικοί αποδέχονται ότι το Βατικανό είχε σχέσεις με τους Μογγόλους και σχεδίαζε κοινή δράση κατά του Ισλαμικού Χαλιφάτου, αλλά για το σκέλος της συμφωνίας που αφορά στην Ορθοδοξία ποιούν τη νήσσαν.
Η Ιστορία μας πληροφορεί ωστόσο ότι οι Μογγόλοι στην Ανατολή και οι βάρβαροι Σταυροφόροι στη Δύση διαλύσανε τα δύο μεγαλύτερα κέντρα πολιτισμού εκείνης της εποχής, αφενός μεν τη Βαγδάτη , με την πολύ μεγάλη βιβλιοθήκη της που διέσωζε μέγα μέρος της Ελληνικής γραμματείας ,αφετέρου δε την Κωνσταντινούπολη, αλλάζοντας για πάντα τον ρου της ιστορίας. Η Βαγδάτη των Αββασιδών για μισό περίπου αιώνα αποτελούσε το πετράδι του Ισλάμ και ήταν μία από τις πιο ισχυρές πόλεις του κόσμου. Η πολιορκία και η πτώση της πόλης στα χέρια των Μογγόλων τον Φεβρουάριο το 1258 ήταν μια ισχυρή ψυχρολουσία για τον μουσουλμανικό κόσμο . Θεωρείται δε η μεγαλύτερη καταστροφή του Ισλάμ και έθεσε τέλος στην χρυσή εποχή του.
Η λυκοσυμμαχία Μογγόλων και Δυτικών
Εν γένει η συμπεριφορά των Δυτικών απέναντι στα μογγολικά φύλα αρχίζει να αλλάζει κοντά στη δεκαετία του 1260 και από κει που τους θεωρούσαν φόβητρο άρχισαν να τους βλέπουν σαν έναν πολύ ισχυρό πιθανό σύμμαχο στους πολέμους τους ενάντια στους μουσουλμάνους.
Οι Μογγόλοι φυσικά βλέποντας πιο μακριά, πάτησαν σε αυτήν τη συνεργασία υποσχόμενοι στους δυτικούς να καταλάβουν για αυτούς την Ιερουσαλήμ. Οι προσπάθειες για να στερεωθεί η συμμαχία συνεχίστηκαν μέσω διαπραγματεύσεων με τους ηγέτες του Ιλχανάτου στην Περσία αλλά δεν σημείωσαν πολύ μεγάλη επιτυχία. Οι Μογγόλοι έπειτα εισέβαλαν στη Συρία αρκετές φορές σε διάστημα πενήντα χρόνων, από το 1270 μέχρι το 1320, κάποιες από αυτές σε συνεννόηση με τους Φράγκους, με τους οποίους επιχειρούσαν από κοινού, χωρίς όμως να μπορέσουν να συντονίσουν πάρα πολύ αποτελεσματικά τις στρατιές τους.
Τα Χανάτα και η προσπάθεια προσηλυτισμού στον Καθολικισμό.
Με τον θάνατο του Τζένγκις Χαν το 1227 η αυτοκρατορία του, όπως συμβαίνει σχεδόν με όλες τις μεγάλες αυτοκρατορίες, διαιρέθηκε από τους απογόνους του σε τέσσερα κομμάτια ή αλλιώς Χανάτα. Και όπως όλοι οι επίγονοι των μεγάλων αυτοκρατοριών, έτσι και οι επίγονοι του Μογγόλου Κατακτητή οδηγήθηκαν σε εμφύλια σύγκρουση. Το αποτέλεσμα ήταν η παρακμή των περισσοτέρων Χανάτων.
Όμως το Χανάτο Κιπτσάκ ή αλλιώς Χρυσή Ορδή επεκτάθηκε μέχρι την Ευρώπη δια μέσου της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, ενώ το νότιο Χανάτο, γνωστό και ως Ιλχανάτο, είχε ως επικεφαλής τον εγγονό του Τζένγκινς Χαν, Χουλαγκού.
Τα δύο αυτά Χανάτα ήρθαν τελικά σε σύγκρουση μεταξύ τους, ενώ την ίδια περίοδο συνεχιζόταν η προέλαση του Ιλχανάτου προς το σημερινό Ιράν και τους Αγίους Τόπους. Επισήμως η πρώτη επαφή της Δύσης με τους Μογγόλους έγινε μέσω ανταλλαγής επιστολών μεταξύ του Πάπα Ιννοκέντιου Δ’ και των μεγάλων Χάνων. Οι επιστολές αυτές ταξίδευαν διά ξηράς και πολλές φορές έκαναν πολύν καιρό να φτάσουν στον προορισμό τους. Εκείνη την εποχή ο πάπας Ιννοκέντιος ετοίμαζε την έβδομη Σταυροφορία, η οποία κηρύχθηκε επισήμως το 1285 στο συμβούλιο της Λυών. Η απώλεια των Αγίων Τόπων και της Ιερουσαλήμ έκανε για ακόμα μία φορά τους δυτικούς να δουν τους Μογγόλους σαν πιθανούς φίλους της Χριστιανοσύνης, με την προϋπόθεση να προσχωρήσουν στον Ρωμαιοκαθολικισμό.
Μάλιστα ο ίδιος ο Πάπας το 1295 με μηνύματα τα οποία στάλθηκαν στον αυτοκράτορα των Τατάρων, ουσιαστικά του εξέφρασε την επιθυμία του για ειρήνη, υπό τον μοναδικό όρο ο Μογγόλος μονάρχης να γίνει Καθολικός και να σταματήσει τις σφαγές των χριστιανών.
Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκε και η Σταυροφορία της οποίας επικεφαλής ήταν ο Λουδοβίκος ο ένατος της Γαλλίας, ο οποίος είχε καθ’όλη τη διάρκεια εκείνων των δικών του επιχειρήσεων επαφή με τους Μογγόλους. Μάλιστα τον Δεκέμβριο του 1298 συναντήθηκε με δύο Μογγόλους απεσταλμένους από τη Μοσούλη του Ιράκ, ονόματι Δαβίδ και Μάρκο, στην Κύπρο, όπου του μετέφεραν επιστολή από τον Μογγόλο διοικητή της Περσίας.
Προηγουμένως, το 1270, ο επικεφαλής του Ιλχανάτου Χάνος Αμπάκα προσέφερε στρατιωτική υποστήριξη κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων των Σταυροφόρων στην Παλαιστίνη. Αλλά και ακόμη πιο πριν, μετά την κατάληψη της Βαγδάτης το 1258, οι Μογγόλοι σε συνεργασία με τους παπικούς υπηκόους τους κατέκτησαν τη μουσουλμανική επικράτεια στη Συρία που αποτελούσε μέρος των κτήσεων της δυναστείας των Αγιουβιδών. Αργότερα, τον Ιανουάριο και το Μάρτιο του ίδιου έτους οι Μογγόλοι κυρίευσαν το Χαλέπι και τη Δαμασκό υπό τη διοίκηση του εκχριστιανισμένου μογγόλου στρατηγού Κιτμπούκα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την καταστροφή των μουσουλμανικών δυναστειών των Αββασιδών και των Αγιουβιδών και όπως αναφέρουν οι ιστορικοί της εποχής η συγκεκριμένη περιοχή δεν έπαιξε ποτέ ξανά κανένα ρόλο στην μετέπειτα ιστορία του Πολιτισμού.
Διπλωματικές και στρατιωτικές σχέσεις Ιλχανάτου – Παπικών.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1270 ο Πάπας Γρηγόριος Κ’ κάλεσε το δεύτερο συμβούλιο στην πόλη της Λυών.Εκεί οι Μογγόλοι έστειλαν μία πολυπληθή αντιπροσωπεία και μάλιστα κάποιοι από αυτούς βαπτίστηκαν χριστιανοί σε τελετή που πραγματοποιήθηκε δημόσια. Ο Λατίνος ακόλουθος του Μογγόλου Χάνου ανάγνωσε δε στο συμβούλιο ένα έγγραφο που αφορούσε τις σχέσεις Δυτικοευρωπαίων και Χανάτου, βεβαιώνοντας ότι αφού ο επικεφαλής του Χανάτου είχε δεχτεί τους ρωμαιοκαθολικούς στην αυλή του , τους είχε εξαιρέσει από οποιαδήποτε φορολογία. Σε αντάλλαγμα οι Δυτικοί θα προσεύχονταν υπέρ αυτού.
Εννοείται πως δεν ήταν λίγες οι φορές που στο πεδίο της μάχης ιπποτικά τάγματα όπως αυτό των Ιωαννιτών επιχείρησαν να ενωθούν με τους Μογγόλους πολεμιστές σε κοινές επιχειρήσεις, κατά την περίοδο 1280-1281.
Φυσικά όλες οι λυκοσυμμαχίες δεν κρατούν για πολύ και έτσι όταν ο Αμπάκα απεβίωσε ο αδερφός του προσηλυτίστηκε στο Ισλάμ, ακύρωσε τη συμφωνία με τη Δύση και έκανε συμμαχία με τον Μαμελούκο σουλτάνο. Αυτή η στάση ωστόσο δεν έγινε αποδεκτή από τους Μογγόλους και έτσι ο γιος του Αμπάκα με την υποστήριξη και του Μεγάλου Χάνου επαναστάτησε και τον εκτέλεσε. Από κει και μετά έγιναν αρκετές προσπάθειες προσέγγισης των δύο με κυριότερη αυτή της τελευταίας δεκαετίας του δεκάτου τρίτου αιώνα όταν το γενοβέζικο ναυτικό βοήθησε τους Μογγόλους σε ναυτικές επιχειρήσεις.
Επισημάνσεις
Μέχρι σχεδόν τα μέσα του 14ου αιώνα οι επαφές Δυτικών και Μογγόλων συνεχίστηκαν. Πολλές δυτικές πηγές αναφέρονται σε αυτή τη συμμαχία σαν μια συνολικά αποτυχημένη διαπραγμάτευση ή σαν απόπειρα συμμαχίας. Γενικά φαίνεται πως αυτή η προσέγγιση με τους Μογγόλους αποτέλεσε μία χιμαιρική επιδίωξη για τη Δύση και οι δυτικοί ιστοριογράφοι υποστηρίζουν βέβαια την ύπαρξή της, χωρίς όμως να μας δίνουν πολλές λεπτομέρειες. Στην αντιφατική στάση των δυτικών πηγών φυσικά έπαιξε ρόλο και η προσπάθεια να διαχωρίσουν τον κλάδο εκείνο των Μογγόλων που βοηθούσαν τους Σταυροφόρους στους Αγίους Τόπους από τη Χρυσή Ορδή που έκανε επιδρομές στην Ουγγαρία και στην Πολωνία. Αυτές οι διαφορετικές προσεγγίσεις πήγαζαν μέσα από τα βάθη της μογγολικής στέπας και ποτέ δεν κατάφεραν οι παρατηρητές της Δύσης να τις ξεχωρίσουν και να τις ερμηνεύσουν.
Σωκράτης η Χάντινγκτον;
Είναι ευρέως γνωστό ότι η χριστιανική Δύση, είτε προτεσταντική είτε παπική, αρνείται σταθερά να αναγνωρίσει τον κομβικό ρόλο του ανατολικού Ρωμαϊκού Ελληνισμού στην ιστορία της Ευρώπης και κάθε φορά βρίσκει τρόπο να τον παρακάμπτει. Η ευρωπαϊκή Ιστορία σύμφωνα με αυτούς ξεκινάει από την στέψη του Καρλομάγνου(800 μ.Χ.), ενώ ολόκληρος ο δυτικός πολιτισμός επί αιώνες χρησιμοποιεί τη μέθοδο του ‘’διαίρει και βασίλευε’’ δηλαδή μία μηχανή που παράγει μίσος και πόλεμο και εκπορεύεται από το Βατικανό .Αυτό έκανε πάλι την εμφάνισή του στην αυγή του 21ου αιώνα ως θεωρία του ‘’Πολέμου των Πολιτισμών’’ με κύριο εκφραστή τον Samuel Huntington. Όλο αυτό αρχίζει από την άρνηση των δυτικών να αναγνωρίσουν την εικόνα της θείας τελειότητας και της ειρήνης που πρέσβευε ο ανατολικός Ελληνισμός του Μεσαίωνα. Αντί για αυτό στις ψυχές των Δυτικών επικράτησαν το μίσος και εχθρότητα.
Ουσιαστικά η Δύση δεν εκτίμησε ποτέ ούτε αυτά τα οποία πήρε από την πτώση της Πόλης , ( θα τα αναφέρουμε σε άλλο άρθρο) , δηλαδή την αφρόκρεμα της βυζαντινής λογιοσύνης που κατέληξε στην ρωμαιοκαθολική Ιταλία.
Με τη σύγχρονη ορολογία η σύγκρουση του 1204 και του 1453 ήτανε μία σύγκρουση Πολιτισμών. Στην ίδια ακριβώς τοποθεσία συγκρούστηκε η ρωμαιοκαθολική Δύση με την Ορθόδοξη Ανατολή και η Ορθόδοξη Ανατολή με τα στίφη των Οθωμανών τα οποία είχαν την σιωπηρή υποστήριξη των δυτικών . Τιμητική εξαίρεση αποτελούν μόνο κάποια στελέχη της Καθολικής Εκκλησίας, όπως ο καρδινάλιος Ισίδωρος,που ταξίδεψε στην ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και μαζί με τον οραματιστή Γεώργιο Πλήθωνα Γεμιστό προσπάθησαν να αναγεννήσουν την Αυτοκρατορία μέσω της Πλατωνικής φιλοσοφίας.
Αυτή η καταστροφή θα μπορούσε να αποφευχθεί αν αντί για τη σύγκρουση οι δυτικοί είχαν επιλέξει τον διάλογο και μια πολιτική εξισορρόπησης. Δυστυχώς όμως επικράτησε το μακιαβελικό σχέδιο του Huntington και απέτυχε η διαλεκτική του Σωκράτους.
Οι ταυτότητες και οι πολιτισμοί επιστρέφουν.
Στο σήμερα με την Παγκοσμιοποίηση και τις πολιτικές της σε απόλυτη κρίση και την παταγώδη αποτυχία του ενοποιημένου δυτικού μοντέλου, τίθεται πλέον σε ευθεία αμφισβήτηση αυτό που κάποιοι μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης ονόμασαν ως το τέλος της ιστορίας. Πίστεψαν τόσο πολύ στην απόλυτη επικράτησή τους ώστε νόμιζαν ότι δεν θα υπάρξει αντίπαλος, όμως σιγά-σιγά η Ευρώπη γυρίζει στην ταυτότητά της και οι λαοί που αποτελούσαν την ενδιάμεση περιοχή επιστρέφουν στην πολιτική και θρησκευτική παράδοση της ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Συνεχώς όλο και περισσότεροι διανοούμενοι ξανακοιτάζουν με άλλη ματιά την κληρονομιά που άφησε η Αυτοκρατορία, βλέποντας σε αυτήν το φως που θα συντρίψει το τέρας της Νέας τάξης. Παρόλα αυτά, στη χώρα που γέννησε την έννοια του Πολιτισμού και που ανδρώθηκε ΚΑΙ η ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπάρχει μία σχεδόν προδοτική άποψη η οποία αφήνει στο περιθώριο τη βυζαντινή παράδοση και τον Ελληνισμό του Μεσαίωνα. Αντίθετα, οι Ανατολικοί μνηστήρες και οι Δυτικοί δόλιοι μην μπορώντας να κάνουν αλλιώς, αναγνωρίζουν μόνο εμάς σαν τους νόμιμους κληρονόμους. Είναι λοιπόν άμεση ανάγκη να μελετήσουμε τον τρόπο με τον οποίον λειτουργεί η Ιστορία και να βρούμε τις μεθόδους που θα μας βοηθήσουν να αποφύγουμε αυτήν τη μαζική καταστροφή που έρχεται εναντίον μας. Και οι μέθοδοι αυτές δεν είναι δύσκολο να βρεθούν, αν μελετήσουμε επισταμένως εκείνη τη χρυσή Χιλιετία του Ελληνισμού.
Φίλιππος Μπουράτογλου – Απόφοιτος του Κέντρου Γεωπολιτικών Αναλύσεων του NewYorkCollege