H EKT δέχεται ξανά ελληνικά ομόλογα
Την επαναφορά του waiver για τα ελληνικά ομόλογα έκανε δεκτή την Τετάρτη η διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, όπως αναφέρει το newmoney.gr, αποφάσισε να ξανακάνει δεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της ΕΚΤ, τα ελληνικά ομόλογα θα ξεκινήσουν να γίνονται δεκτά και πάλι από τις 29 Ιουνίου. Τα ελληνικά ομόλογα είχαν πάψει να γλινονται δεκτά από τις 11 Φεβρουαρίου 2015, έπειτα από σχετική απόφαση του ΔΣ της ΕΚΤ μία εβδομάδα νωρίτερα, στις 4 Φεβρουαρίου 2015.
Η ΕΚΤ αφήνει ανοικτό να συμμετάσχουν και τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), όμως αυτό θα εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο. Θα προηγηθεί, όπως αναφέρει, η εξέταση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Η εξέλιξη αυτή δίνει την δυνατότητα στις ελληνικές τράπεζες να αποκτήσουν πρόσβαση σε φθηνότερα κεφάλαια προκειμένου να καλύψουν το χρηματοδοτικό τους κενό.
Σημειώνεται ότι το επιτόκιο μέσω του μηχανισμού Έκτακτης Ρευστότητας ELA από τον οποίον οι ελληνικές τράπεζες έχουν δανειστεί μέχρι σήμερα περίπου 66 δισ. ευρώ κυμαίνεται στο 1,55%.
Από την άλλη πλευρά, η χρηματοδότηση απευθείας από την ΕΚΤ παρέχεται με επιτόκιο μόλις 0,05%.
Ωστόσο, εκτιμάται ότι στην παρούσα φάση μόνο 7 έως 10 δισ. ευρώ μπορούν να μεταφερθούν από τον ELA στην ΕΚΤ, καθώς οι τράπεζες δεν διαθέτουν επαρκείς εγγυήσεις.
Η πλήρης ανακοίνωση της ΕΚΤ
«Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ επαναφέρει την παρέκκλιση από τις ελάχιστες απαιτήσεις πιστοληπτικής διαβάθμισης για τα εμπορεύσιμα χρεόγραφα που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία, υπό την επιφύλαξη ειδικών περικοπών αποτίμησης.
Η παρέκκλιση θα τεθεί σε ισχύ την ημερομηνία διακανονισμού της επόμενης πράξης κύριας αναχρηματοδότησης (29 Ιουνίου 2016).
Το Διοικητικό Συμβούλιο αναγνωρίζει τη δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για την υλοποίηση του υφιστάμενου προγράμματος του ΕΜΣ και αναμένει συνεχή συμμόρφωση με τους όρους του προγράμματος αυτού.
Το ενδεχόμενο αγοράς ελληνικών ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος PSPP θα εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αποφάσισε σήμερα να επαναφέρει την παρέκκλιση (waiver) που επηρεάζει την καταλληλότητα των εμπορεύσιμων χρεογράφων τα οποία εκδίδει ή εγγυάται πλήρως η Ελληνική Δημοκρατία. Με την απόφαση αυτή αναστέλλεται η εφαρμογή των ελάχιστων απαιτήσεων πιστοληπτικής διαβάθμισης ως κριτηρίου καταλληλότητας για τη χρήση αυτών των μέσων ως εξασφαλίσεων. Υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν και όλα τα υπόλοιπα κριτήρια καταλληλότητας, μπορούν να χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος.
Η παρέκκλιση τίθεται σε ισχύ με σχετική νομική πράξη την ημερομηνία διακανονισμού της επόμενης πράξης κύριας αναχρηματοδότησης, στις 29 Ιουνίου 2016 και θα διατηρηθεί μέχρι νεωτέρας. Η παρέκκλιση ισχύει για όλα τα υφιστάμενα και νέα εμπορεύσιμα χρεόγραφα που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία. Στη νομική πράξη θα διευκρινίζονται επίσης οι περικοπές αποτίμησης (haircuts) που θα εφαρμόζονται στα εν λόγω χρεόγραφα.
Το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβε υπόψη ότι το διοικητικό συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) ενέκρινε την εκταμίευση του πρώτου ποσού της δεύτερης δόσης στο πλαίσιο του υφιστάμενου προγράμματος του ΕΜΣ για την Ελλάδα, μετά τη θετική αξιολόγηση, στην οποία κατέληξε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΚΤ, συγκεκριμένης δέσμης μέτρων πολιτικής που είχε ως αποτέλεσμα την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αναγνωρίζει επίσης τη δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για την υλοποίηση του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής του ΕΜΣ και συνεπώς αναμένει συνεχή συμμόρφωση με τους όρους του προγράμματος αυτού.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα εξετάσει σε μεταγενέστερο στάδιο το ενδεχόμενο αγοράς ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (public sector purchase programme - PSPP), λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο που θα σημειωθεί ως προς την ανάλυση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, καθώς και άλλους παράγοντες σχετικούς με τη διαχείριση κινδύνων».