Εχθρός της Τουρκίας όποιος δεν είναι με τον Ερντογάν
Επικυρήξεις, διωγμοί, “καρατομήσεις”, εκκαθαρίσεις, δημόσιο λιντσάρισμα, συστηματικό “κυνήγι μαγισσών” , φιμώσεις, εκφοβισμοί και απειλές. Ένα πλήρες κρατικό πογκρόμ εξελίσσεται απ' άκρη σε άκρη της Τουρκίας με στόχο τον αφανισμό των πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος.
Οι εικόνες του διαπομπευόμενου και μωλωπισμένου από τον όχλο Τούρκου φαντάρου στη γέφυρα του Βοσπόρου, εκτεθειμένου σε κοινή θέα προς παραδειγματισμό των υπολοίπων, δεν αποτελούσε μόνο ένα σοκαριστικό στιγμιότυπο, ικανό να αποσυντονίσει και να διχάσει βαθιά μια κοινωνία.
Μαζί με αυτό τον δεμένο πισθάγκωνα απλό στρατιώτη, ένα έτσι κι αλλιώς παιδί του λαού, τα ενσταντανέ των ημίγυμνων στασιαστών που στοιβάζονταν σε αχυρώνες περιμένοντας να αποφασισθεί να θα εκτελεσθούν ή όχι, συνιστούσε το αντίστοιχο των ακροτήτων που “ευδοκιμούν” μόνο σε εκδηλώσεις τζιχαντιστικής βίας. Παράλληλα, το μέγεθος των προγραφών του Ερντογάν και των πραιτωριανών του εκτινάσσεται σε αστρονομικά ύψη με 60.000 στρατιώτες, αστυνομικούς, δικαστές, δημόσιους υπάλληλους, ακαδημαικούς και δασκάλους να έχουν τεθεί μέχρι ώρας σε διαθεσιμότητα, να βρίσκονται υπό κράτηση ή να ελέγχονται μετά την απόπειρα πραξικοπήματος μέσα από το οποίο αναδύεται η μνησικακία και η εκδικητικότητα μιας πολιτικής χούντας.
Τίποτε το καινοφανές για μια κοινωνία που ανέκαθεν ήταν έντονα, πολύπευρα και πολυεπίπεδα διαιρεμένη, εντός μιας χώρας που ήδη βρισκόταν εντός ενός, χαμηλής έντασης, εμφυλίου πολέμου. Με αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ εθνοτικών, πολιτικών θρησκευτικών ιδεολογικών, ακόμα κια πολιτιοσμικώμ ομάδων. Με το Τουρκικό στρατό σε πόλεμο με τους Κούρδους αντάρτες, με το πολιτικό λαϊκιστικό Ισλάμ σε απύθμενη αναμέτρηση με τους Κεμαλιστές του κοσμικού κράτους, με τους Σουνίτες πιστούς εναντίον των θρησκευόμενων Αλεβιτών, με την υπερ-εθνικιστική δεξιά απέναντι στη μαρξιστική αριστερά, με τη μαντίλα κόντρα στη περμανάντ κ.ο.κ..
Το χειρότερο είναι ότι οι κυβερνήσεις του Ερντογάν και το κόμμας του της Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης ώθησαν σταδιακά αυτήν την εύθραυστη ταξικά κοινωνία προς ένα επικίνδυνο τοξικό μείγμα πολιτικής πόλωσης, με σχεδιασμένη στρατηγική προκατάληψης και καλλιέργειας του διχασμού στρέφοντας κάθε επί μέρους κοινωνικό στρατόπεδο εναντίον του άλλου. Ωστόσο οι διαφοροποιήσεις που οξύνουν εκατέρωθεν το θυμό των αντιπαρετιθέμενων δεν σταματούν εκεί.
Στο βαθμό που υπάρχουν στη χώρα δύο είδη τουαλέτας, μια à la Turca και μία à la Franca, αυτές υποτίθεται ότι καθορίζουν αν κάποιος είναι οπαδός του παραδοσιακού συντηρητσμου ή του κοσμικού μοντερνισμού. Υπάρχουν μόνο βάσιμες υποψίες για το ποιο είδος προτιμά ο πρόεδρος της Τουρκίας στο τεράστιο επίχρυσο μπάνιο του μέσα στο φαραωνικό μέγαρο που ολοκλήρωσε στην, σκονισμένη το καλοκαίρι και λασπωμένη το χειμώνα, Άγκυρα.
Ένα τερατώδες επιδεικτικό και υπερπολυτελές παλάτι κόστους 500 εκατ. ευρώ , 30 φορές μεγαλύτερο του Λευκού Οίκου, με περισσότερα από 1.100 δωμάτια και μια αχανή κουζίνα -εργαστήριο όπου μια ομάδα επιστημόνων δουλεύει μέρα νύχτα για να διασφαλίσει ότι ο Τούρκος πρόεδρος δεν θα δηλητηριαστεί. Μέσα σε αυτό το χλιδάτο-κιτς περιβάλλον με τις μεταξένιες ταπετσαρίες και τα φανταχτερά χαλιά, που μόνο ως διακόσμηση αρκούν να διεγείρουν παθιασμένες παρεκτροπές, ο Ερντογάν συνήθιζε να απολάμβανε το ανατολίτικο ραχάτι ως ένας, ελέω Θεού, μονάρχης.
Από εκεί αναβίωνε με το νου ένδοξα περιστατικά του Τουρκικού εθνικισμού, νοσταλγούσε τον οθωμανικό επεκτατισμό, εμφορείτο από τζιχαντιστικές παρορμήσεις, καλλιεργούσε με ζήλο αυταπάτες σουλτανικού μεγαλείου μαζί με τη καχυποψία για υπονομευτικές συνωμοσίες και ανέτεμνε με αλαζονεία το διπλωματικό µικροµεγαλισµό του.
Καθισμένος στους αναπαυτικούς αυτοκρατορικούς καναπέδες, που αντανακλούσαν παρακμιακό οθωμανικό πλούτο και στην πλουμιστή του επιφάνεια αντικατόπτριζαν την μαραζωμένη αίγλη των γονατιστών στα πόδια του γενίτσαρων, όχι μόνο φαντασιωνόταν αλλά και διακήρυσσε τον ακροβατικό ισχυρισμό του πως μουσουλμάνοι ναυτικοί ανακάλυψαν την Αμερική πριν τον Κολόμβο- με τον ίδιο περίπου τρόπο που ο Ισπανός θαλασσοπόρος έγραφε στο ημερολόγιο του ότι συνάντησε γοργόνες στον διάπλου του Ατλαντικού.
Ποιος θα τολμούσε, άλλωστε, να τον αμφισβητήσει τις ακλόνητες πεποιθήσεις του; Ειδικά από τη στιγμή που νόμιζε πως όλη η Τουρκία στεκόταν ακίνητη, σε στάση προσοχής, μπροστά του, όπως στην επέτειο της μνήμης του ιστορικά πολιτικού αναμορφωτή της χώρας Οι έπαινοι των ξένων γιαν “αγώνα” του κατα της φονταμενταλίστικής τρομοκρατίας είχε ενεργοποιήσει τον ματαιόδοξο επαρχιωτισμό του. Ταυτόχρονα η διεθνής απήχηση, μετά την αραβική άνοιξη, του«τουρκικού μοντέλου » που υποτίθεται συνταίριαζε το μετριοπαθές Ισλάμ με τη φιλελεύθερη δημοκρατία ,είχε κινητοποιήσει τον ύψιστο ναρκισσιστικό πειρασμό του να πιστέψει ότι είναι σχεδόν ισότιμος με τον Κεμάλ Ατατούρκ. Με αποτέλεσμα όποιος τολμούσε να τον επικρίνει να κατατάσσεται αυτομάτως ένοχος, τουλάχιστον, σε βαθμό ασέβειας, αν όχι εχθρός της νομιμότητας. Εξάλλου, το υπερ- διογκωμένο “εγώ” του Ερντογάν, δύσκολα θα αποδεχόταν ότι στη Δύση περιέγραφαν την κοινοβουλευτική του νομιμοποίηση ως bon pour l' Orient και τον εκθείαζαν μόνο ως κρατικό αντίδοτο στην άνοδο του φονταμενταλισμού στην Μέση Ανατολή .
Ο ίδιος μετά την ιλιγγιώδη εδραίωση στη εξουσία και τους αλλεπάλληλους εκλογικούς του θριάμβους τα τελευταία 13 χρόνια, είχε ήδη προσεγγίσει με απροσποίητη ξεροκεφαλιά την νεύρωση της υιοθέτησης της έννοιας ενός Μαχντί, την ισλαμική παραλλαγή του Μεσσία. Ανέκαθεν,άλλωστε, ο αυτάρεσκος Ερντογάν κολακευόταν από τη σαγήνη της υπερβατικότητας ενός μεσσιανικού ηγέτη που είναι πεπεισμένος ότι έχει κληθεί να για να εκπλήρωσει ένα είδος ανώτερης αποστολής ή προορισμού.
Γι αυτό και δεν αμφιβάλει ότι η δόξα θα στέψει όλες του τις προσπάθειες , ακόμα κι αν σε αυτές περιλαμβάνεται ο ανελέητος κανιβαλισμός πρωην στενών συνεργατών του και η λυσσαλέα καταβρόχθιση των αντιπάλων του. Ιδιοσυγκρασιακά, κινείται πια εντός του, επιστρωμένου με εσάνς διαφθοράς, τριγώνου χλιδής -παράνοιας- αυτοπροβολής. Λογικά, με τη συγκέντρωση της απόλυτης εξουσίας στα χέρια το άπληστο για επιδοκιμασία θυμικό του δεν πρόκειται να καθησυχαστεί αν δεν εκδικηθεί όσους αμφισβήτησαν τη νομιμότητα και, κυρίως, την αίγλη του.
Αν και στη πλειονότητα τους οι πολιτικές κινητοποιήσεις στη Τουρκία είναι πολύχρωμες και εορταστικές, κατά τις έξαλλες φιέστες κάθε αμφίβολου μεγαλείου αυτές σημαδεύονται μάλλον από καρναβαλικές υπερβολές στο μπερντέ του Καραγκιόζη παρά από αίσθηση Χολιγουντιανής υπερπαραγωγής. Στις 29 Μαίου εφέτος, αποφράδα ημέρα για την Ορθοδοξία, από μια γκλαμουράτη εξέδρα στην πλατεία Γενικαπί στην πατρίδα του την Κωνσταντινούπολη , και ενώ εκατοντάδες χιλιάδες Τούρκοι παρακολουθούσαν μαχητικά αεροσκάφη να ζωγραφίζουν την εθνική σημαία με χρωματιστό κόκκινο καπνό στον ουρανό, ο Ερντογάν γιόρταζε πανηγυρικά την άλωση της χριστιανικής Πόλης από τους Οθωμανούς. Μια μπάντα από 563 μέλη -όσα και τα χρόνια από την άλωση- ντυμένα με στολές γενιτσάρων παιάνιζε όσο ο ίδιος πρόβαρε αφ΄ υψηλού ξιπασμένες πόζες αλά Μωάμεθ ο Β' ο ΄Πορθητής μπροστά σε μια 3-D οθόνη. Αφού διάβασε ένα απόσπασμα από το Κοράνι απευθύνθηκε περιφρονητικά στους εξεγερμένους του πάρκου Γκεζί και επιτέθηκε σε όσους δυσανασχετούν με τις επιδομές κατά της κοσμικής παράδοσης της χώρας. “¨Ορκίζομαι” είπε “ ότι θα βάλουμε στη θέση που τους αξίζει όσους αντιδρούν στις εκκλήσεις μας για προσευχή”.
Την ίδια στιγμή το πλήθος παραληρούσε υπό την ιαχή “Αλαχού Ακμπαρ”, με πάθος αντίστοιχο των ορδών του ISIS. Ενδεικτικό ίσως των διασυνδέσεων και της συγκεκαλυμμένης επιμελητείας που πρόσφερε η Τουρκική κυβέρνηση στο Ισλαμικό χαλιφάτο και άλλες τρομοκρατικές ομάδες που δρουν στη Συρία. Προφανώς οι διευκολύνσεις, όπως κατήγγειλε η αντιπολίτευση έγιναν με το αζημίωτο, και τα οφέλη από το λαθρεμπόριο πετρελαίου κατευθύνθηκαν στην, κατά τα αλλά λιτοδίαιτη όπως επαίρεται οικογένεια Ερντογάν. Λίγες ημέρες , πάντως, μετά από αυτή τη εθνικιστικο-θρησκευτική έξαρση τελέστηκε ισλαμική λειτουργία για πρώτη φορά μετά το 1934 στη Αγία Σοφία, η οποία αν και λειτουργεί κανονικά ως μουσείο μετατράπηκε επί τούτου σε μουσουλμανικό τέμενος. Με τη πύρινη σφραγίδα του νεο- σουλτάνου που σαν να βύθιζε στο σκοτάδι τις προσόψεις των σπιτιών στο Σκουτάρι στην Ασιατική πλευρά της πόλης που βάφονται με πορφυρά χρώματα κατά τη δύση του ήλιου.
Ελάχιστα πλέον ο Ερντογάν θυμιζει τον μεγαλόψυχο, ασυμβίβαστο, ικανό αλλά και πονηρό γιο ενός ταπεινού ακτοφύλάκα. Εκείνο το ψηλό έφηβο, μαθητή του θρησκευτικού γυμνάσιου Ιμάμ Χατίπ της Κωνσταντινούπολης, που στις αρχές του 70 πούλαγε χύμα απόσταγμα ροδιού και σημίτια στο ταβλά στα σοκάκια του Μπειόγλου και έπαιζε ποδόσφαιρο στη Κασίμπασα σπορ, την τοπική ομάδα του ίδιου μαχαλά. Για το μικρό και φτωχό Ταγίπ, από τους παραμελημένους της κοσμικής Κεμαλικής ελιτ, η ιδεαλιστική επιθυμία του για εξουσία εκείνη την εποχή καθρεφτιζόταν στα διακοσμητικά φώτα του Ραμαζανιού που κρεμιούνται από μιναρέ σε μιναρέ στα 80.000 περίπου τζαμιά τη χώρας . Στα ίδια τεμένη που οι μουεζίνηδες ξεσήκωναν με τα μεγάφωνα το κόσμο με πρόωρο κάλεσμα για προσευχή τη νύχτα του πραξικοπήματος, το οποίο λειτούργησε ως πρόσκληση εγρήγορσης της ισλαμικής κοινότητας κατά των στασιαστών.
Αυτή τη δύναμη των Ιμάμηδων και τις αναφορές στο Κοράνι, τις αντιλήφθηκε πολύ νωρίς στη καριέρα του ο Ερντογάν. Όταν το 1994 εξελέγη, ως ο πρώτος Ισλαμιστής, δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, διαχειρίστηκε το Δήμο κινητοποιώντας με μια γιγαντιαία μηχανή προπαγάνδας που καθοδηγούσε τους πολίτες να πιστεύουν ότι τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα είναι μια μορφή φιλανθρωπίας που είναι διαθέσιμα μόνο σε όσους τον ψηφίζουν. Και βέβαια εναλλάσσοντας τη πυγμή της σιδερένιας γροθιάς με τον ευσπλαχνία του βελούδινου γαντιού, παραμέλησε σκόπιμα τις προβληματικές ρωγμές στο κοινωνικό καθρέφτη μεταξύ θρησκευόμενων και κοσμικών Τούρκων. Διαχειριστής της εξουσίας , ποτέ διανοούμενος ο Ερντογάν άφησε στην μετριοπαθή μουσουλμανική διανόηση του δικτύου του Φετουλάχ Γκιουλέν τη θεμελίωση του ισλαμισμού ως ηγεμονική εναλλακτική λύση στα πολιτικά ζητήματα της χώρας, επιχειρώντας την αόρατη διείσδυσή του στις αρτηρίες του συστήματος και τα κέντρα εξουσίας . Ο ίδιος ο Ερντογάν παραήταν άγαρμπος και λειτουργούσε ως νεοσπροσυλητος φανατικός κατά την εκδήλωση των πεποιθήσεων του.
Όντας δήμαρχος της Πόλης το Δεκέμβριο του 1997, καταδικάστηκε σε 10 μήνες φυλάκιση για υποκίνηση θρησκευτικού μίσους, όταν διάβασε ένα ποίημα του Ισλαμιστή, θεωρούμενου ως πατέρα του Τουρκικύυ εθνικισμού, ποιητή Μεχμετ Ζίγια Γκεκάλπ στην ανατολική τουρκική πόλη Σιίρτ, που έλεγε: Τα τζαμιά είναι στρατώνες μας /οι τρούλοι τα κράνη μας/ οι μιναρέδες οι ξιφολόγχες μας/ και οι πιστοί οι στρατιώτες μας. Στη φυλακή ο κρατούμενος δήμαρχος συνειδητοποίησε εκ των συνθηκών ότι δεν αρκούσε μόνο ο θρησκευτικός ζήλος και η άντληση θάρρους από την πίστη για πολιτικές υπερβάσεις.
Στριμωγμένος στο κελί του ανακάλυψε την ισχύ του ιδεολογήματος της ασφάλειας και συμφιλίωσε το Ισλάμ με την καταστολή. Μόνο που στη κρυστάλλωση της σύνθεσής του κράτησε καλά κρυμμένο το δεύτερο συστατικό έως ότου έρθουν καλύτερες μέρες. Ήδη η νεότερη, “ανανεωτική”, γενιά των ισλαμιστών πολιτικών που είχαν ακολουθήσει την ηγεσία του Νετσμεττίν Ερμπακάν άρχισε - μετά τη αποτυχημένη σύγκρουση ου τελεύταίου με το Κεμαλικό κατεστημένο το οποίο έθεσε εκτός νόμου το κόμμα του της Ευημερίας- να ομαδοποιείται γύρω από τον πανύψηλο δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης.
Αναπόφευκτα, ο Ερντογάν ψήλωνε ακόμα περισσότερο, ανεβασμένος πλέον στο βάθρο του δικού του κόμματος
Όποιος στις αρχές του νέου αιώνα περνούσε την είσοδο των πανομοιότυπων ανά την Τουρκική επικράτεια, λιτών γραφείων του κόμματος Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης θα σκόνταφτε στη ίδια διακόσμηση. Ένα αντίγραφο της γέφυρας του Βοσπόρου στους τοίχους συμβόλιζε την καταγωγική προέλευση του ηγέτη. Στα ράφια τόμοι της εγκυκλοπαίδειας Britannica που μοίραζαν δωρεάν με κουπόνια οι εφημερίδες ανταποκρινόταν στο σεβασμό της σύγχρονης γνώσης και της επιστημονικής φώτισης. Στο έδαφος ένα φτηνό νάυλον χαλί προσευχής σηματοδοτούσε την ταπεινότητα και τη θρησκευτική πίστη.
Ωστόσο, το κεντρικό αφήγημα του Ερντογάν αντλούσε επιχειρήματα για την αδελφότητα , τη δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη και τη φιλανθρωπία που διασφαλίζει ο ίδιος ο ο Προφήτης και καθεαυτός ο λόγος του Θεού που αποτυπώνεται στο Κοράνι. Στόχος η στρατολόγηση εκατομμυρίων αποκλεισμένων ψηφοφόρων από το κοσμικό μπλοκ εξουσίας και καταπιεσμένων πολιτών από το ελιτίστικο βαθύ Κεμαλικό κράτος.Η αλήθεια είναι πως, όχι μόνο για τους ξένους παραηρητές, αλλά και για μια μερίδα του Τουρκικού πολιτικού προσωπικού ο αντιδημοκρατικός ρόλος της χώρας ως περιφερειακού τσαμπουκαλή, κρατικού τρομοκράτη και γενοκτόνου οφειλόταν περισσότερο στη ταυτότητα του στρατιωτικού Κεμαλικου συστήματος παρά στο ήπιο και μεγαλόψυχο θρησκευτικό Ισλάμ. Φυσικά από πλευράς Ερντογάν δεν έλειπαν οι υποσχέσεις για μια κοινωνικά αναζωοωγονητική σύνθεση του μετριοπαθούς και σπλαχνικού Ισλάμ με τη νεωτερικότητα και το φιλελευθερισμό, καθώς και ταξίματα προς όλους για πελατειακές εξυπηρετήσεις και ρουσφέτια προς τα οικονομικά αναδυόμενα κοινωνικά στρώματα.
Πράγματι, ότι ο ίδιος αποκαλούσε ραχοκοκαλιά της Τουρκίας συσπειρώθηκε υπό την ηγεμονία του δημιουργώντας μια ακαταμάχητη εκλογική πλειοψηφία.
Με τη βοήθεια μιας εκρηκτικής πιστωτικής τροφοδότησης δημοσιών επενδύσεων και διεύρυνση της φορολογικής βάσης των κρατικών εσόδων με τις συνταγές του ΔΝΤ, πετυχαίνοντας Κινέζικους ρυθμούς ανάπτυξης που άγγιζαν το 8%. Γεγονός που βοήθησε να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο στην χώρα διαμορφώνοντας σταδιακά τη Τουρκία σε μια κοινωνία μεσαίων εισοδημάτων. Παράλληλα με πολιτικάντικες ταχυδακτυλουργίες, προσωρινές τακτικής συμμαχίες με ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένης της άρτια οργανωμένης θρησκευτικής κοινότητας δημιούργησε ισχυρές βάσεις επιρροής στο Στρατό, στην Αστυνομία, στις Μυστικές Υπηρεσίες, τα ΜΜΕ . Κυρίως, όμως ανέπτυξε δυναμικά ερείσματα στο λαό μέσα από τις δαιδαλώδεις οργανώσεις του κόμματός του που αριθμούν πάνω από 2,5 εκατ. μέλη.
Όμως για τον απρόβλεπτο, κυκλοθυμικό και αλαζονικό Ερντογάν η παγίωση στην εξουσία αποτελούσε το πρώτο σκαλοπάτι για την οριστική διολίσθηση της χώρας προς τον Ισλαμισμό και την υποχώρηση των κοσμικών χαρακτηριστικών της Δημοκρατίας, προς ατομική ωφέλεια και εγκαθίδρυση μιας αυταρχικής μονοκρατορίας. Δεν επρόκειτο για μετάλλαξη αλλά για σχέδιο. Οι τεράστιες αστυνομικές επιχειρήσεις, οι ντροπιαστικές δίκες και οι ξετσίπωτες φυλακίσεις δημοσιογράφων, ακαδημαϊκών, πολιτικών, συνδικαλιστών και στρατιωτικών ξεσκέπαζαν τη σεμνή και μεγάθυμη μάσκα του αποκαλύπτοντας ωμά τα δεσποτικά χαρακτηριστικά ενός στυγνού δυνάστη. Και όσο η λέξη «αντίσταση» επανερχόταν στο δημοφιλές πολιτικό λεξιλόγιο τόσο εκείνος απαντούσε με αυξημένες εξουσίες της αστυνομίας και βαρύτερες κυρώσεις.
Ότι όμως διασκέδαζε ηδονικά κατά τις νυχτερινές πολιτικές ονειρώξεις του ως απόλυτο αφεντικό ο Ερντογάν ήρθε η ίδια η πραγματικότητα να στοιχειώσει εφιαλτικά. Στα πρόθυρα οικονομικής κρίσης,με το ιδιωτικό χρέος να έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο, με αιματηρά ανοιχτά μέτωπα εναντίον των Κούρδων αντάρτες στην ΝΑ περιοχές, με γεμάτες μπαλώματα διεθνείς σχέσεις με Ρώσους, Ισραηλινούς , Αιγύπτιους, με έντονη καχυποψία προς Αμερικανούς και Ευρωπαίους, και αλλεπάλληλες τρομοκρατικές επιθέσεις στο έδαφός της η Τουρκία εξελίσσεται σε ακόμη πιο προβληματικό μέρος μιας σύνθετης περιφερειακής εξίσωσης. Αδύναμος να χαράξει στρατηγική και με συγκεχυμένο όραμα για τη γαιωστρατηγική ταυτότητα της χώρας του , μετά την απομάκρυνση των Γκιουλ και Νταβούτογλου, ο απομονωμένος Ερντογάν αισθάνεται τα πρώτα ψυχρά ρίγη της ασυλλόγιστης πολιτικής του δράσης .
Τα πράγματα πάρα είναι ζόρικα και εξογκωμένα για να κρυφτούν κάτω από το παχύ χαλί της αποτροπής του στρατιωτικού κινήματος από μια μάλλον αφελή δράκα καραβανάδων. Όσο για εκείνους που εκτιμούν ότι το αποτυχημένο πραξικόπημα του “ήρθε κουτί” λες και το είχε παραγγείλει , και το οποίο μέλει να διαδραματίσει για τον ίδιο τον ρόλο που είχε παίξει για τον Χίτλερ η πυρκαγιά στο Ράιχσταγκ, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι από τον Μεσοπόλεμο η Ιστορία απέχει τουλαχιστον 80 χρόνια, ενώ ο ίδιος ο Ερντογάν δεν είναι Γερμανός, ή έστω Αυστριακός. Συνιστά πολύ απλά παράγοντα αποσταθεροποίησης και ρευστότητας στην ευρύτερη, ιδιαίτερα εύφλεκτη περιοχή, ακόμα κι αν μεταμφιεσθεί από σουλτάνος σε Πακιστανό στρατηγό.