Αναπτυξιακός νόμος: Έσοδα 1,45 δισ. στην 15ετία από τις νέες επενδύσεις
Σε έσοδα 1,45 δισ. ευρώ τη 15ετία 2016-2031, από τη λειτουργία των επενδύσεων που θα ενταχθούν στον νέο αναπτυξιακό νόμο, προσβλέπει το ελληνικό κράτος, με τον ΕΝΦΙΑ να διατηρείται για άλλα 15 χρόνια τουλάχιστον.
Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος που θα προέλθουν από τη λειτουργία των επενδύσεων που θα δημιουργηθούν θα αγγίξουν τα 301,2 εκατ. ευρώ, από το ΦΠΑ τα 572,5 εκατ. ευρώ, από τις Ασφαλιστικές Εισφορές τα 522,1 εκατ. ευρώ και από την είσπραξη του ΕΝΦΙΑ (σ.σ. ο οποίος διατηρείται τουλάχιστον έως το 2031) τα 54,4 εκατ. ευρώ.
Εκτιμώμενα άμεσα έσοδα τα οποία υπερκαλύπτουν, όπως αναφέρεται στην Έκθεση Αξιολόγησης Συνεπειών Ρυθμίσεων του νέου νόμου, το σύνολο των εκτιμώμενων καταβολών των ενισχύσεων. Η εκτιμώμενη καταβολή κεφαλαιακών ενισχύσεων (επιχορηγήσεις και επιδοτήσεις leasing) αγγίζει τα 480 εκατ. ευρώ, όπως αναφέρεται σε άλλο σημείο της Έκθεσης και θα καλυφθεί από το Πρόγραμμα Δημοσίων Εσόδων (σ.σ. 2016:0, 2017:26,7 εκατ. ευρώ, 2018: 80 εκατ. ευρώ, 2019:106,7 εκατ. ευρώ, όπως και το 2020 και το 2021 και στα 53,3 εκατ. ευρώ το 2022).
Επίσης προβλέπονται και καταβολές επιστρεπτέων ενισχύσεων (Ταμεία) ύψους 72 εκατ. ευρώ έως το 2021 που αντιστοιχούν στην κρατική συμμετοχή και θα καλυφθούν από το ΠΔΕ.
Γενικά συμπεραίνεται στην Έκθεση πως προκύπτει οικονομική επιβάρυνση που αφορά μόνο στην παροχή των φορολογικών κινήτρων 27 εκατ. ευρώ έως το 2020, ενώ αναφέρεται πως η χρονική διάρκεια στην οποία θα γίνεται η χρήση του κινήτρου της φοροαπαλλαγής εκτιμάται έως το 2031. Ενδεχόμενη απώλεια εσόδων εκτιμάται και από τι δυνατότητα των επενδυτών των παλαιών αναπτυξιακών νόμων να επιλέξουν τις φοροαπαλλαγές έναντι των ενισχύσεων. Σε αυτή την περίπτωση η απώλεια για την περίοδο 2016-2020 υπολογίζεται στο ποσό των 161,4 εκατ. ευρώ.
Στην έκθεση γίνεται επίσης λόγος και για πρόσθετες επενδύσεις από 5,05 δισ. ευρώ έως 11,01 δισ. ευρώ (αισιόδοξο σενάριο), μεταξύ του 2016 και του 2023 οπότε και θα ολοκληρωθεί ο νέος νόμος ενώ σημειώνεται πως στην περίπτωση που θα δημιουργηθούν ιδιωτικές επενδύσεις 11,01 δισ. ευρώ, θα προκληθεί αύξηση του ΑΕΠ κατά 22,97 δισ. ευρώ.
Ακόμη και με βάση το απαισιόδοξο σενάριο, δηλαδή επενδύσεις 5,5 δισ. ευρώ λόγω των αναπτυξιακών νόμων, η προκαλούμενη αύξηση του ΑΕΠ, σύμφωνα πάντα με την ίδια έκθεση, θα φθάσει τα 11,48 δισ. ευρώ το κράτος θα εισπράξει 4,44 δισ. ευρώ επιπλέον έσοδα και θα αντισταθμίσει τις ενισχύσεις 3,49 δισ. ευρώ που παρέχει με μορφή ενισχύσεων στους ιδιώτες επενδυτές, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Τα ποσά αυτά προκύπτουν με βάση του ότι για κάθε 1 μονάδα εισοδήματος το κράτος εισπράττει σε έμμεσους φόρους 15,6%, για άμεσους φόρους το 9,7% και για κοινωνική ασφάλιση το 13,4%. Έτσι για κάθε 1 ευρώ εισοδήματος το κράτος εισπράττει το 38,7% απ’ αυτό.
Απαιτούνται 30 υπουργικές αποφάσεις για να εφαρμοστεί ο νόμος
Μπορεί να απαιτήθηκαν κοντά στα δύο χρόνια από την "ολοκλήρωση" του τελευταίου αναπτυξιακού νόμου, ο νέος όμως νόμος που κατατέθηκε το βράδυ της Πέμπτης στη Βουλή και αναμένεται να ψηφισθεί τις προσεχείς ημέρες, χρειάζεται ουκ ολίγες υπουργικές και κοινές υπουργικές αποφάσεις για να εφαρμοστεί.
Συγκεκριμένα για να πάρει σάρκα και οστά η ρύθμιση, που φιλοδοξεί να βοηθήσει στην αλλαγή του επενδυτικού κλίματος στη χώρα, χρειάζεται να εκδοθούν συνολικά 30 διατάγματα, κανονιστικές πράξεις και υπουργικές ή κοινές υπουργικές αποφάσεις. Μεταξύ των άλλων απαιτείται κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας για τον καθορισμό του ποσού κατά είδος ενίσχυσης που θα χορηγείται ανά καθεστώς, που συστήνεται και προκηρύσσεται βάσει του επενδυτικού νόμου αλλά και απόφαση του υπουργού Οικονομίας κατανομής των ποσών μεταξύ των αρμόδιων φορών εφαρμογής του επενδυτικού νόμου.
Επίσης απαιτείται υπουργική απόφαση σύστασης και συγκρότησης Επιτροπής ελέγχου των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης επενδυτικών σχεδίων του επενδυτικού νόμου, υπουργική απόφαση σύστασης και συγκρότησης συλλογικού οργάνου Ελέγχου Επενδυτικών Σχεδίων, υπουργική απόφαση σύστασης και συγκρότησης Επιτροπής Ενστάσεων και υπουργική απόφαση σύστασης και συγκρότησης της Γνωμοδοτικής Επιτροπής.