Πιέζουν τον Πατριάρχη να ανοίξει πόλεμο με τη Μόσχα 4 Μητροπολίτες του Οικουμενικού Πατριαρχείου!

Πέμπτη, 7 Ιούλιος, 2016 - 00:30

Πριν καλά καλά καταλαγιάσει η... σκόνη που σήκωσαν οι τέσσερις απόντες, οι Πατριάρχες Μόσχας, Αντιοχείας, Γεωργίας και Βουλγαρίας, από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο –η οποία παρά τις αντιδράσεις τους ολοκλήρωσε με επιτυχία τις εργασίες της στο Κολυμπάρι Χανίων και ήταν μια πολύ σημαντική ιστορική στιγμή για την Ορθοδοξία, που δικαιούται να την πιστωθεί ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος–, πριν βγουν τα πρώτα συμπεράσματα για τα συν και τα πλην και φανεί αν οι αποφάσεις που ελήφθησαν θα εφαρμοσθούν από όλες τις Εκκλησίες της Ορθοδοξίας, Μητροπολίτες του Οικουμενικού Θρόνου θέλουν να ανοίξουν πόλεμο με τον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο και τη Ρωσία κατ’ επέκταση.

Αντί να καθίσουν να αναλύσουν ό,τι συνέβη από πριν από την έναρξη μέχρι το τέλος της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και να μελετήσουν τις ενδεχόμενες αντιδράσεις των τεσσάρων απόντων και το ποια θα πρέπει να είναι η στάση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που είναι η κεφαλή της Ορθοδοξίας, απέναντι στους τέσσερις «αντάρτες», οι οποίοι προφανέστατα κινήθηκαν από θρησκευτικούς αλλά και από γεωπολιτικούς λόγους, τέσσερις Μητροπολίτες της Ιεράς Συνόδου του Φαναρίου σπρώχνουν τον Παναγιώτατο κ. Βαρθολομαίο σε σύγκρουση, και μάλιστα ακραία.

Συγκεκριμένα, οι Μητροπολίτες Περγάμου Ιωάννης, Μιλήτου Απόστολος, Αδριανουπόλεως Αμφιλόχιος (είναι επικεφαλής του Γραφείου του Πατριαρχείου στην Αθήνα) και Ικονίου Θεόληπτος και ο Αρχιγραμματέας της Συνόδου Βαρθολομαίος Σαμαράς τού ζητούν να προχωρήσει σε αναγνώριση της Σχισματικής Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ουκρανίας.

Αν γίνει αυτό, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποια θα είναι η επόμενη μέρα για την Ορθοδοξία αλλά και για το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.

Όλα αυτά ο κ. Βαρθολομαίος δεν τα «ακούει», γιατί δεν υποτιμά καθόλου τον κίνδυνο, αν «ακούσει» αυτές τις φωνές, να οδηγήσει ενδεχομένως σε δεύτερο Σχίσμα του Χριστιανισμού μετά το 1054. Και τούτο γιατί οι Εκκλησίες Μόσχας, Βουλγαρίας, Σερβίας, Γεωργίας και Αντιοχείας θα φύγουν.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ουάσινγκτον έχει διαμηνύσει στο Φανάρι ότι είναι αντίθετη σε μια τέτοια εξέλιξη, δηλαδή να υπάρχει η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας αλλά χωρίς την τυπική αναγνώριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Δεν είναι συνομοσπονδία η Ορθόδοξη Εκκλησία

Αξίζει να τονιστεί, ως απάντηση στη «διαίρεση» που προκάλεσε η απουσία των τεσσάρων Εκκλησιών, η αναφορά που υπάρχει στα συμπεράσματα της Συνόδου:

«Η Ορθόδοξος Εκκλησία εκφράζει την ενότητα και καθολικότητά της εν Συνόδω. Η συνοδικότητα διαπνέει την οργάνωση, τον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις και καθορίζεται η πορεία της. Οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες δεν αποτελούν συνομοσπονδία Εκκλησιών αλλά τη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Κάθε τοπική Εκκλησία, προσφέρουσα τη θεία Ευχαριστία, είναι η εν τόπω παρουσία και φανέρωση της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας».

«Μείζων πάντων» είναι η αγάπη

Επίσης, ξεκαθαρίζεται ότι «η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν αναμειγνύεται στην πολιτική». Και προστίθεται στη συνέχεια: «Ο λόγος της παραμένει διακριτός αλλά και προφητικός, ως οφειλετική παρέμβαση υπέρ του ανθρώπου. Τα ανθρώπινα δικαιώματα βρίσκονται σήμερα στο κέντρο της πολιτικής ως απάντηση στις σύγχρονες κοινωνικές και πολιτικές κρίσεις και ανατροπές, αποβλέποντας στην προστασία του πολίτη από την αυθαιρεσία του κράτους. Η Εκκλησία μας προσθέτει επίσης τις υποχρεώσεις και ευθύνες των πολιτών και την ανάγκη συνεχούς αυτοκριτικής πολιτικών και πολιτών προς ουσιαστική βελτίωση της κοινωνίας. Και κυρίως τονίζει ότι το ορθόδοξο δέον περί ανθρώπου υπερβαίνει τον ορίζοντα των καθιερωμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ότι “μείζων πάντων” είναι η αγάπη, όπως την αποκάλυψε ο Χριστός και τη βίωσαν όσοι πιστά Τον ακολούθησαν. Επιμένει ακόμη ότι θεμελιώδες δικαίωμα είναι και η προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας, δηλαδή της ελευθερίας της συνειδήσεως, της πίστεως, της λατρείας και όλων των ατομικών και συλλογικών εκφράσεων αυτής, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος κάθε πιστού και κάθε θρησκευτικής κοινότητας να τελούν ελεύθερα από κάθε κρατική παρέμβαση τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, ως και το δικαίωμα της δημόσιας διδασκαλίας της θρησκείας».

πηγή: paron