Παγκόσμια Τράπεζα: Η ατμοσφαιρική ρύπανση σκότωσε 5,5 εκατ. ανθρώπους το 2013

Πέμπτη, 8 Σεπτέμβριος, 2016 - 19:30

Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί την τέταρτη αιτία πρόωρων θανάτων παγκοσμίως, δημιουργώντας απώλειες εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων στην παγκόσμια οικονομία, σύμφωνα με έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Η ρύπανση του αέρα σκότωσε 2,9 εκατομμύρια ανθρώπους το 2013, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία που δημοσιεύονται στην έκθεση του αναπτυξιακού θεσμού. Αν προστεθούν οι επιπτώσεις της ρύπανσης στα νοικοκυριά, ιδίως εκείνης που προέρχεται από τη χρήση στερεών καυσίμων για θέρμανση ή μαγείρεμα, ο αριθμός των θανάτων ανέρχεται στα 5,5 εκατομμύρια.

Κατά συνέπεια, ο ασθένειες που προκαλούνται από τη ρύπανση του αέρα (καρδιαγγειακές παθήσεις, καρκίνοι των πνευμόνων, χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις, αναπνευστικές λοιμώξεις) είναι υπεύθυνες για έναν στους δέκα θανάτους παγκοσμίως.

Περίπου το 87% του πλανήτη είναι εκτεθειμένο περισσότερο ή λιγότερο στη ρύπανση αυτή.

Αυτή η απώλεια σε ανθρώπινες ζωές ισοδυναμεί επίσης με απώλειες εισοδήματος και εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Έτσι, η έκθεση εκτιμά πως οι απώλειες εισοδήματος από εργασία λόγω των θανάτων υπολογίζονται περίπου σε 225 δισεκατομμύρια δολάρια το 2013.

Ευρύτερα, η ρύπανση αυτή προκαλεί απώλειες σε όρους ευζωίας που φθάνουν συνολικά τα 5,11 τρισεκατομμύρια δολάρια, ανέφερε η Παγκόσμια Τράπεζα.

Στην ανατολική Ασία, που περιλαμβάνει την Κίνα, και στη νότια Ασία, που περιλαμβάνει την Ινδία, "οι απώλειες ευζωίας" ισοδυναμούν με το 7,5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος των περιοχών αυτών.

Η ανατολική Ασία καταμετρά 2,2 εκατομμύρια θανάτους που οφείλονται στην εξωτερική ρύπανση (ρύπανση του αέρα του περιβάλλοντος) όπως και στην εσωτερική (ρύπανση του σπιτιού), ακολουθούμενη από τη νότια Ασία (1,8 εκατομμύρια) και την υποσαχάρια Αφρική (605.000).

Στην Ευρώπη και στην κεντρική Ασία, μισό εκατομμύριο άνθρωποι πεθαίνουν εξαιτίας της ρύπανσης, και 100.000 στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το 2013, οι πιο μεγάλες συγκεντρώσεις μικροσωματιδίων στον αέρα (κάτω από 2,5 μικρομέτρα, που εισδύουν στις κυψελίδες των πνευμόνων) παρατηρήθηκαν στη Βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή λόγω της μεταφοράς ορυκτής σκόνης με τους ανέμους και στη νότια και στην ανατολική Ασία, αναφέρει η Παγκόσμια Τράπεζα.

 

Ο οργανισμός κάνει ιδιαίτερη μνεία στο «ανατολικό τμήμα της Κίνας και στο βόρεια τμήμα της Ινδίας» όπου βλαβερά σωματιδια εκπέμπονται από «διάφορες πηγές, από σταθμούς άνθρακα και καύσης μέχρι γεωργικά κατάλοιπα, καθώς και από τις μεταφορές και τη χρήση στερεών καυσίμων στα νοικοκυριά».

Ανά χώρα, λαμβάνοντας υπόψη τη συγκέντρωση του πληθυσμού, τα πιο υψηλά ποσοστά έκθεσης σε μικροσωματίδια παρατηρήθηκαν το 2013 στη Μαυριτανία, την Κίνα και τη Σαουδική Αραβία.

Οι χώρες με τη μικρότερη έκθεση στα σωματίδια αυτά είναι η Αυστραλία και η Νορβηγία, καθώς και τα νησιά του Ειρηνικού και της Καραϊβικής.

"Η ατμοσφαιρική ρύπανση απειλεί την ευζωία των πληθυσμών πλήττει το φυσικό και υλικό κεφάλαιο και περιορίζει την οικονομική μεγέθυνση", λέει η Λάουρα Τουκ, αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

«Με την έκθεση αυτή, που υπολογίζει το οικονομικό κόστος της πρόωρης θνησιμότητας η οποία συνδέεται με αυτή τη μάστιγα, ελπίζουμε να υπάρξει μια ανταπόκριση από εκείνους που λαμβάνουν τις αποφάσεις ώστε να αφιερώσουν περισσότερους πόρους στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα», προσθέτει.

Οι θάνατοι που οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση έχουν φθάσει το 30% μεταξύ του 1990 και του 2013, ενώ η απώλεια εισοδήματος σε όρους εργασίας αυξήθηκε στο 40% και οι απώλειες σε όρους ευζωίας σχεδόν διπλασιάστηκαν.

Οι πιο ευπαθείς κατηγορίες του πληθυσμού είναι οι πιο νέοι και οι πιο μεγάλοι. Έτσι η ρύπανση του αέρα είναι υπεύθυνη για το 5% των θανάτων των παιδιών κάτω των πέντε ετών και για το 10% των θανάτων ενηλίκων άνω των 50 ετών, υπενθυμίζει η έρευνα.

Το ποσοστό θνησιμότητας που οφείλεται στον παράγοντα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι μεγαλύτερο στους άνδρες (85 στους 100.000) απ΄ό,τι στις γυναίκες (68 στις 100.000).

Όλες οι ειδήσεις