WSJ: Μεγάλος νικητής ο Τσίπρας, χαμένοι οι Έλληνες
Η Ελλάδα έχει μία νέα συμφωνία για το χρέος αλλά από την άλλη πάντα ήταν στο σχέδιο να λάβει μία συμφωνία για το χρέος, γράφει σε άρθρο του στην Wall Street Journal o Simon Nixon.
Για άλλη μία φορά η ευρωζώνη επέδειξε ότι την ενώνουν εντυπωσιακά αποθέματα πολιτικής βούλησης, όχι μόνο η βούληση των δανειζόμενων όπως είναι η Ελλάδα, για την οποία το ευρώ είναι ταυτόχρονα μία εγγύηση εμπιστοσύνης και ένα σύμβολο της κοινής Ευρωπαϊκής μοίρας, αλλά επίσης και για τους δανειστές που δεν είχαν τη διάθεση να ρισκάρουν το κόστος και την πολιτική αναταραχή μιας διάλυσης της ευρωζώνης. Πράγματι, η αποφασιστικότητα για την επίτευξη της συμφωνίας ήταν ακόμη μεγαλύτερη σε μία στιγμή όπου η διάσπαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στο τραπέζι με το δημοψήφισμα στη Βρετανία.
Ακόμη κι έτσι, η συμφωνία της Τρίτης είναι δύσκολο να ειπωθεί ότι είναι ένα αποφασιστικό βήμα για την επίλυση της κρίσης χρέους της Ελλάδας όπως αυτή αναγνωρίστηκε από τη συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού. Μέχρι τώρα η Αθήνα υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχει αναλάβει μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό και το φορολογικό, η Ευρωζώνη να έχει προχωρήσει σε μία ελάφρυνση του χρέους με νόημα και το ΔΝΤ να έχει συμφωνήσει να βοηθήσει οικονομικά το πρόγραμμα.
Αντίθετα, η Ελλάδα έχει υποσχεθεί ότι θα προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις εάν χρειαστεί, για να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους για το 2018, η Ευρωζώνη θα προχωρήσει στην ελάφρυνση του χρέους εάν χρειαστεί, όταν το πρόγραμμα ολοκληρωθεί το 2018 και το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα μέχρι το τέλος του έτους. Αυτή είναι μία κλασική γενικολογία της ευρωζώνης, ο σκοπός της οποίας ήταν να αναβάλλουν τις αποφάσεις για το 2017 και το 2018.
Ο μεγάλος νικητής είναι ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας που εξελέγη πριν από 18 μήνες υποσχόμενος ότι θα επιμείνει σε μεταρρυθμίσεις στην αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση και στο γενναιόδωρο, αλλά αδύνατο να συντηρηθεί, συνταξιοδοτικό σύστημα. Κατάφερε ξανά να κερδίσει τοποθετώντας ασπίδα στην εκλεκτορική του βάση από τις περικοπές για τις οποίες επέμενε το ΔΝΤ και χαρακτήριζε θεμελιώδεις για να επαναφέρουν τη χώρα σε βιώσιμο βηματισμό.
Η απόφασή του να διατηρήσει τα προνόμια των εργαζόμενων στο δημόσιο και των συνταξιούχων ενάντια στην άμεση ελάφρυνση από το χρέος αποκαλύπτει ότι το μακροχρόνιο ντιμπέιτ για την ελάφρυνση του χρέους, ήταν πάντα ένα ζήτημα δευτερευούσης σημασίας που ανακινούνταν για την απόσπαση της προσοχής της διεθνούς κοινότητας από την επίσης μακροχρόνια διστακτικότητα της Ελλάδας να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις.
Η συμφωνία είναι επίσης μία μερική νίκη για τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Σόιμπλε, θα πρέπει να περάσει την κόκκινη γραμμή και να ρωτήσει το κοινοβούλιο για την εκταμίευση των περίπου 10 δισ. ευρώ στην Ελλάδα χωρίς το ΔΝΤ να είναι πλήρως μέσα στο πρόγραμμα. Αλλά τουλάχιστον κατάφερε να αναβάλει τις λεπτομερείς αποφάσεις για την ανακούφιση του χρέους για μετά από τις γερμανικές εκλογές το 2017, και την ίδια ώρα διασφάλισε ότι η ελάφρυνση του χρέους θα είναι το χαρακτηριστικό που θα διατηρήσει την πλήρη συμμόρφωση της Ελλάδας στο πρόγραμμα.
Αυτό θα χρησιμοποιηθεί για μελλοντικά προβλήματα εάν η Αθήνα δεν καταφέρει να πετύχει τους στόχους, κάτι που φαντάζει αληθοφανές με δεδομένο ότι για άλλη μία φορά η επιλογή για την επίτευξη των στόχων βασίζεται στην περαιτέρω φορολόγηση της ίδιας μικρής φορολογικής βάσης.
Σε σχέση με αυτό, η συμφωνία είναι μία ήττα για το ΔΝΤ, το οποίο εμφανίζεται να λύγισε κάτω από τις πιέσεις των ΗΠΑ και των Ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για να δώσει την έγκρισή του σε μία ελαττωματική συμφωνία. Αλλά και αυτό δεν είναι απολύτως σωστό. Το ΔΝΤ αντέδρασε έντονα στις πιέσεις να αποδεχθεί μία συμμετοχή στο πρόγραμμα της Ελλάδας χωρίς όρους. Αυτό δεν θα συμβεί μέχρι να υπάρξει ικανοποιητική απάντηση από την Ευρωζώνη για αυτό που το ΔΝΤ χαρακτηρίζει βιώσιμο ελληνικό χρέος.
Αυτό μπορεί να απαιτήσει περεταίρω πολιτικούς συμβιβασμούς από την ευρωζώνη, και όχι μόνο επειδή το ΔΝΤ στηρίζει την ανάλυσή του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους στην υπόθεση ότι η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%.
Στην ουσία οι πραγματικοί χαμένοι είναι οι Έλληνες πολίτες και ειδικά οι νέοι που συνεχίζουν να πληρώνουν τις επιλογές των πολιτικών τους ηγεσιών.
Αυτή η συμφωνία θα προσφέρει στη χώρα τον πολύτιμο χρόνο πολιτικής σταθερότητας και μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική ελάφρυνση των οικονομικών συνθηκών καθώς η κυβέρνηση ξεκαθαρίζει το τοπίο και οι τράπεζες θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε φθηνή χρηματοδότηση από την ΕΚΤ.
Η Αθήνα επίσης έχει επιχειρήσει κάποιες μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν το επιχειρηματικό κλίμα, συμπεριλαμβανομένων των «κόκκινων» δανείων και το φορολογικό. Αλλά και αυτό θα εξαρτηθεί γράφει η εφημερίδα από τη διστακτικότητα του Τσίπρα να προχωρήσει σε ριζικές μεταρρυθμίσεις στο αποτυχημένο οικονομικό μοντέλο.
Από την άλλη ο Τσίπρας με τη συμφωνία κερδίζει χρόνο για να εφαρμόσει το δικό του μοντέλο μεταρρυθμίσεων. Ένας από τους λόγους για τους οποίους η Γερμανία χαλάρωσε την προσέγγισή της απέναντι στην Ελλάδα είναι ότι ο Τσακαλώτος έπεισε τον Σόιμπλε, ότι αναγνωρίζει την ανάγκη της Ελλάδας για ριζικές και συνταξιοδοτικές αλλαγές, ακόμη κι αν ο Σόιμπλε δεν πιστεύει ότι μπορεί να εφαρμοστούν στο χρόνο που τις ζητάει το ΔΝΤ.
Το βέβαιο είναι ότι έχοντας εξασφαλίσει τη συμφωνία οι Τσίπρας και Τσακαλώτος δεν μπορούν πλέον να κρύβονται πίσω από την κληρονομιά των προκατόχων τους. Η μοίρα της Ελλάδας βρίσκεται πλέον στα χέρια της Αθήνας. Εάν η συμφωνία αποτύχει, οι Έλληνες θα γνωρίζουν ποιον πρέπει να κατηγορήσουν.