Γιατί έχει ξεσπάσει πόλεμος για τα ιδιωτικά σχολεία
Ένας «πόλεμος» με ιδεολογικές και πολιτικές διαστάσεις βρίσκεται σε εξέλιξη με αφορμή τις ρυθμίσεις που προωθεί το υπουργείο Παιδείας στον τρόπο λειτουργίας των ιδιωτικών σχολείων και κυρίως στο εργασιακό καθεστώς των εκπαιδευτικών.
Οι περιορισμοί που επιχειρείται να τεθούν στις απολύσεις εκπαιδευτικών, οι οποίες είχαν απελευθερωθεί επί υπουργίας Κωνσταντίνου Αρβανιτόπουλου, καθώς και η αυστηρότερη λειτουργία εσωτερικών φροντιστηρίων και κέντρων ξένων γλωσσών στα ιδιωτικά σχολεία έχουν προκαλέσει τη σφοδρότατη αντίδραση των σχολαρχών, οι οποίοι κατηγορούν την κυβέρνηση για «σοβιετοποίηση» της Παιδείας μέσω της προσπάθειας επιβολής κανόνων δημοσίου στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Το θέμα βρίσκεται ψηλά και στην αντιπολιτευτική ατζέντα του προέδρου της ΝΔ. Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος πρόσφατα χαρακτήρισε τον υπουργό Παιδείας ως «οδοστρωτήρα της Παιδείας», υποστηρίζοντας πως «αντί να εργαστεί για να αναβαθμιστούν τα δημόσια σχολεία, προσπαθεί να διαλύσει και τα ιδιωτικά».
Η απάντηση δεν άργησε να έρθει από τον Νίκο Φίλη: «Ξεπερνά τα όρια η δογματική εμμονή του Κυριάκου Μητσοτάκη για ό,τι ιδιωτικό, απαξιώνοντας ό,τι δημόσιο», επισήμανε. Καθώς δε, οι δύο προηγούμενες απόπειρες (επί Αριστείδη Μπαλτά - Τάσου Κουράκη την άνοιξη του 2015 και επί Νίκου Φίλη τον περασμένο Νοέμβριο) να ψηφιστούν οι ίδιες ρυθμίσεις προσέκρουσαν στις ενστάσεις των θεσμών, ο υπουργός «ποντάρει» πλέον στη διακομματική συναίνεση ώστε να προχωρήσουν οι αλλαγές. Παράλληλα, ανοίγει το ευαίσθητο ζήτημα των «πλαστών» τίτλων σπουδών και εξαγγέλλει αξιολόγηση των ιδιωτικών σχολείων με όρους που θα ορίσει το κράτος.
«Σήμερα ο σχολάρχης απολύει όποτε θέλει, όποιον θέλει. Αυτό, όπως καταλαβαίνετε, δεν μπορεί να διαμορφώσει ένα σχολικό ήθος και μια εκπαιδευτική αντίληψη. Αν ο σύλλογος καθηγητών λειτουργεί υπό το κράτος εκβιασμών, πιέσεων ή και απολύσεων δεν μπορεί να εγγυηθεί την αξιοπιστία των τίτλων σπουδών», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Παιδείας. Από το βήμα της Βουλής, μάλιστα, δήλωσε «ανοιχτός και στον διάλογο εάν θέλετε να επαναφέρουμε το καθεστώς ελέγχου από μεικτές επιτροπές δημόσιων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών των πτυχίων, απολυτηρίων, τίτλων των ιδιωτικών σχολείων».
Σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση, υποστήριξε ότι «πρέπει να υπάρχει κοινό πεδίο αξιολόγησης του δημόσιου και ιδιωτικού εκπαιδευτικού» και πως «το υπουργείο σύντομα θα προχωρήσει σε διαδικασία τέτοιας αξιολόγησης των σχολικών μονάδων και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου».
Ισχυρός σύμμαχος του υπουργείου Παιδείας είναι η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Ελλάδος (ΟΙΕΛΕ) η οποία σημειώνει ότι η νέα ρύθμιση δεν απαγορεύει τις απολύσεις εκπαιδευτικών, αλλά υποχρεώνει τον εργοδότη να τις αιτιολογεί και επιβάλλει τον έλεγχο αυτών από την πολιτεία. «Με το καθεστώς Αρβανιτόπουλου, δεκάδες συνάδελφοι που είχαν διεκδικήσει δεδουλευμένες αποδοχές ή είχαν καταγγείλει παρανομίες στα σχολεία τους βρέθηκαν στον δρόμο μετά από εκδικητικές καταγγελίες σύμβασης. Πολλοί ακόμη με πολλά χρόνια προϋπηρεσίας βρέθηκαν στο δρόμο, όχι λόγω της απόδοσής τους, αλλά για τη «μείωση του εργασιακού κόστους», ισχυρίζεται η ΟΙΕΛΕ. Και προσθέτει: «Η έλλειψη εποπτείας έχει οδηγήσει σε τραγικές καταστάσεις. Πλαστογράφηση βαθμολογιών, νόθευση εξετάσεων, παραχάραξη ωρολόγιων προγραμμάτων, υπογραφή παράνομων τίτλων, ενώ κτιριακές παρανομίες οξύνθηκαν την τελευταία πενταετία θέτοντας σε κίνδυνο τόσο το ευαίσθητο αγαθό της εκπαίδευσης, όσο και την υγεία και την ασφάλεια μαθητών και εργαζόμενων. Οι ελεύθερες απολύσεις σπανίως κοινοποιούνταν στις υπηρεσίες του υπουργείου Παιδείας, με αποτέλεσμα κανείς να μην γνωρίζει ποιοι υπηρετούν στα σχολεία».